Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

Ο θρήνος για το νεκρό από την ομηρική εποχή μέχρι τις μέρες μας


(Η παρακάτω εργασία εκπονήθηκε από τους μαθητές του Β3 του γυμνασίου Σουφλίου στα πλαίσια του μαθήματος της Ιλιάδας. Οι μαθητές δούλεψαν πάνω σε ένα διδακτικό σενάριο της φιλολόγου Παναγιωτοπούλου Δήμητρας με θέμα : Ο θρήνος για το νεκρό από την ομηρική παράδοση έως τη σύγχρονη ποίηση. Για να βρουν τις πληροφορίες έκαναν διερευνητικές αναζητήσεις στο διαδίκτυο και αξιοποίησαν τις δυνατότητες που παρέχει το διαδίκτυο για επικοινωνία και συνεργασία. Στο τέλος δημιούργησαν ένα υπερκείμενο, όπου οι υπερσύνδεσμοι οδηγούν στις πηγές πληροφόρησης. )


Έλαμπες σαν Αυγερινός , προτού στον τάφο να μπεις
και τώρα μέσα στους νεκρούς, Αποσπερίτης λάμπεις.
Πλάτων (Παλατινή Ανθολογία)


Ο θρήνος για ένα αγαπημένο πρόσωπο που πέθανε είναι μια πανάρχαια συνήθεια। Ήδη στα ομηρικά κείμενα ανάμεσα στα ταφικά έθιμα περιλαμβάνεται και ο θρήνος , όπως για παράδειγμα το αρχαίο μοιρολόγι για τον νεκρό Έκτορα, που πέθανε ηρωικά. Γύρω από το νεκρό σώμα του ήρωα βλέπουμε να συγκεντρώνονται οι πιο κοντινές του γυναίκες , δηλαδή η σύζυγός του Ανδρομάχη, η μητέρα του Εκάβη και η νύφη του Ελένη. Σκύβουν πάνω από το λείψανο , αγκαλιάζουν το κεφάλι του νεκρού και κλαίνε, τραβάνε τα μαλλιά τους και λένε η καθεμιά το δικό της θρηνητικό λόγο , που έχει αυτοσχέδιο και προσωπικό χαρακτήρα. Την ίδια στιγμή στέκονται παρά δίπλα οι επαγγελματίες θρηνωδοί, θρήνων έξαρχοι κατά τον Όμηρο, που λένε θρηνητικά τραγούδια με τη συνοδεία αυλού । Στα τραγούδια αυτά ο λαός που παρευρίσκεται απαντά με κλάματα και φωνές. Στα παραπάνω θρηνητικά έθιμα μπορούμε να προσθέσουμε και τη συνήθεια να ρίχνουν οι ζωντανοί στάχτη στο πρόσωπό τους για να δείξουν το πένθος τους , όπως κάνει ο Αχιλλέας για το θάνατο του Πάτροκλου. Η ύπαρξη των συνηθειών αυτών τεκμηριώνεται όχι μόνο από το ομηρικό κείμενο, αλλά και από σχετικές παραστάσεις αγγείων της ομηρικής εποχής।

Προχωρώντας στο χρόνο βλέπουμε ότι και στην κλασική εποχή ένα από τα ταφικά έθιμα ήταν και ο θρήνος. Μάλιστα όσο πιο ηρωικός ήταν ο θάνατος , τόσο περισσότεροι άνθρωποι συγκεντρώνονταν για να θρηνήσουν το νεκρό. Ένα τέτοιο ιστορικό τεκμήριο αποτελεί η διήγηση του Αθηναίου ιστορικού Θουκυδίδη για τους νεκρούς του πρώτου χρόνου του πελοποννησιακού πολέμου।


Στα νεότερα χρόνια βρίσκουμε στην δημοτική μας παράδοση να υπάρχουν και τα μοιρολόγια , τα οποία τραγουδούν γυναίκες επαγγελματίες μοιρολογίστρες . Τα τραγούδια αυτά είναι έκφραση του πόνου και του πένθους άλλοτε της μητέρας για το παιδί, άλλοτε της γυναίκας για το σύζυγο κλπ και πάντα μιλούν για το δυσαναπλήρωτο κενό που αφήνει ο νεκρός και για τις αρετές που είχε όσο ζούσε. Τα μοιρολόγια ως τραγούδια έχουν αργό ρυθμό και τραγουδιούνται με μακρόσυρτη φωνή, που μοιάζει με κλάμα।


Στην νεοελληνική ποίηση ο άδικος χαμός νέων που αγωνίστηκαν για τα ιδανικά τους και ο θρήνος της μάνας που έμεινε πίσω έχουν εμπνεύσει αρκετούς λογοτέχνες να γράψουν θρηνητικά ποιήματα και άλλους τόσους σημαντικούς συνθέτες να τα μελοποιήσουν. Ένα τέτοιο ποίημα είναι «ο θρήνος της μάνας» του Ηλία Σιμόπουλου σε μελοποίηση του Γιάννη Σπανού. Ωστόσο, η πιο γνωστή ποιητική σύνθεση με αυτό το θέμα είναι ο « Επιτάφιος» του Γιάννη Ρίτσου, που μελοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία από το Μίκη Θεοδωράκη. Στο πρώτο ποίημα η μητέρα αρνείται να δεχτεί και να αντιμετωπίσει το θάνατο του γιού της, ενώ στον «Επιτάφιο» ως σύγχρονη Εκάβη αντιμετωπίζει με γενναιότητα το τραγικό γεγονός και υπόσχεται να συνεχίσει τον αγώνα του γιού της για δικαιοσύνη και ισότητα. Σε κάθε περίπτωση ο θρήνος λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά , γιατί βοηθάει τη μητέρα να βιώσει και να συνειδητοποιήσει την τραγική απώλεια και σταδιακά να αποδεχτεί τα νέα δεδομένα στη ζωή της και να «προχωρήσει».


Το συμπέρασμα που βγάζουμε από την παραπάνω έρευνα για το θρήνο στην ελληνική λογοτεχνική παράδοση είναι ότι πάντα οι Έλληνες ένιωθαν την ανάγκη να αποχαιρετίσουν τους νεκρούς τους είτε με αυτοσχέδιο θρήνο είτε με το προσχεδιασμένο θρηνητικό λόγο του μοιρολογιού. Άλλωστε , ο πόνος για την απώλεια αγαπημένων προσώπων ήταν πηγή έμπνευσης για σπουδαίες ποιητικές δημιουργίες γεμάτες ανθρωπιά και συναίσθημα , που υπογραμμίζουν ότι χωρίς υψηλά ιδανικά και αξίες όπως η ζωή έτσι και ο θάνατος δεν έχει κανένα νόημα.